Σε τι συνίσταται τελικά η ψυχοθεραπευτική βοήθεια;

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Κοινοποιήστε

Στην καθημερινή ζωή ο ψυχολόγος μέσω της επαγγελματικής του δραστηριότητας, αλλά και ως πολίτης μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, έρχεται αντιμέτωπος με διάφορες κοινωνικές ιστορίες που σκιαγραφούν μια κοινωνική πραγματικότητα θραυσματικού τύπου, όπου τα άτομα, (αλλά και οι συλλογικότητες) νιώθουν κατακερματισμένα, αδυνατούν να «ενώσουν τα κομμάτια τους», ώστε να παράξουν ένα αποτέλεσμα στη δική τους ζωή και των συνανθρώπων τους. Σε πολλές περιπτώσεις, ταλανίζονται από διάφορες ψυχικές διαταραχές, βιώνουν συναισθήματα δυσφορίας, μελαγχολίας, απουσίας νοήματος, έλλειψης ικανοποίησης, έλλειψης ενδιαφέροντος και ταυτόχρονα συναισθηματικό κενό και χάος, αδυναμία στοχοθεσίας, απουσία προσανατολισμού, δυσκολία στη λήψη απόφασης. Αυτές οι προσωπικές ιστορίες συναντώνται νοητά η μία με την άλλη, συνθέτοντας το μωσαϊκό της γέφυρας πάνω στην οποία «περπατά η ιστορία του παρόντος», διερχόμενη από τη νεωτερική στην μετανεωτερική περίοδο. Αυτά τα θραύσματα καθημερινής πραγματικότητας επιχειρούν να περιγράψουν τις εσωτερικές αντιφάσεις των ατόμων που αισθάνονται πως γεννήθηκαν και ζουν «κατά τύχη» σε μια εποχή που οι λέξεις απεκδύονται τα έως σήμερα γνωστά τους νοήματα, που κάθε τι μοιάζει να ισχύει εξίσου όσο και το αντίθετό του, που κάθε τι κοινό (μεταξύ των οποίων και κυρίως η κοινή λογική), μετατρέπονται σε κάτι αλλότριο και «σχετικό», καθιστώντας την στοιχειώδη επικοινωνία όλο και πιο δύσκολη με όλους τους άλλους και πρώτα από όλα με τους οικείους, τελικά ακόμα και με τον ίδιο τον εαυτό. Θα λέγαμε ότι ίσως πρόκειται για μια ανθρωπολογικού τύπου μετάλλαξη, που τείνει ίσως στην απανθρωποποίηση του είδους.

Μέσα από αυτά τα θραύσματα καθημερινής πραγματικότητας που εκτείνονται από τις διαπροσωπικές σχέσεις, την επικοινωνία, την εκπαίδευση, την εργασία έως τις ταυτότητες, τις νοοτροπίες και τις νέες χρηστοήθειες ο ψυχολόγος καλείται να χαρτογραφήσει τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει το σύγχρονο άτομο, εκείνες τις συνθήκες που καθορίζοντας την συνείδηση του, τις συμπεριφορές και τις στάσεις του συνεισφέρουν καθοριστικά στη δυσφορία του και συμβάλλουν στη διαμόρφωση του αιτήματος του για βοήθεια.

Καλείται επίσης να θέσει στον εαυτό εντίμως και ευθαρσώς το ερώτημα: Πως μπορώ να βοηθήσω τους ανθρώπους που απευθύνουν αίτημα για ψυχολογική υποστήριξη αποφεύγοντας τις πρόχειρες και αδιέξοδες οδούς των σημερινών αναγνώσεων της επιστήμης της ψυχολογίας;

Με άλλα λόγια, πως θα μπορούσε ο ψυχολόγος να αποφύγει:

A) Την εργαλειακή και στενά βιολογίζουσα αντιμετώπιση των ψυχολογικών και ψυχοσωματικών προβλημάτων, η οποία υλοποιείται σχεδόν αποκλειστικά μέσα από φαρμακευτικές αγωγές, δηλαδή την μεθοδολογική αναγωγή όλων των ψυχικών συμπτωμάτων και διαταραχών στη βιολογική υπόσταση του ατόμου και κατ’ επέκταση στην καταχρηστική ταύτιση της έννοιας του ανθρώπινου σώματος με εκείνη του ανθρώπινου οργανισμού,

B) Την «ανάλαφρη ψυχολογία» της καθημερινής ζωής που αποσπασματικά και εξίσου εργαλειακά, με τεχνικές διαχείρισης, ευχολόγια και φιλικές συμβουλές διατυπωμένες με επιστημονοφανή τρόπο επιχειρεί επιφανειακά να αντιμετωπίσει τα προβλήματα κουκουλώνοντάς τα όπως όπως;

Είναι εύλογο λοιπόν ο ψυχολόγος που σέβεται τον εαυτό του, την επιστήμη του και τις εφαρμογές στην επαγγελματική κλινική πράξη να διερωτάται πως μπορεί να ανταποκριθεί στο αίτημα των ατόμων για βοήθεια, αν όχι μέσα από μία συνθετική κοινωνιοκεντρική προσέγγιση των ψυχικών δυσκολιών που δίνει βάση στην κοινωνική, πολιτισμική και ιστορική εγγραφή του ατομικού συμπτώματος.

Με άλλα λόγια, να διερωτάται σε τι τελικά συνίσταται η «ψυχοθεραπευτική» βοήθεια; Στην καταστολή των συμπτωμάτων μέσω φαρμακευτικής οδού ή μέσω τεχνικών που λειτουργούν «πρακτικά», αλλά σε συμβολικό επίπεδο, όπως τα φάρμακα στο βιοχημικό; Σε μια ομφαλοσκοπικού τύπου ενασχόληση του ατόμου με τον εαυτό του; Σε ένα άλλοθι εκλογίκευσης και αποδοχής της ψυχοσυναισθηματικής του δυσφορίας; Σε μια δικαιολόγηση με ψυχικούς και ατομικούς όρους των συμπεριφορών και των δράσεων; Σε μια «υπόσχεση» ανακούφισης της δυσφορίας όχι σε ένα μεταθανάτιο επέκεινα, αλλά στο «εδώ και τώρα» του αέναου παρόντος; Σε μια υποκατάσταση του κοινωνικού περιβάλλοντος που εκλείπει όλο και περισσότερο αφήνοντας τα άτομα με ένα συναίσθημα μοναξιάς και αποξένωσης;

Διότι η «βιομηχανία της ψυχικής υγείας», όσο περισσότερο ακμάζει και μαζικοποιείται, τόσο περισσότερο απομακρύνεται από τον πραγματικό επιστημονικό, αλλά και ανθρωπιστικό της ρόλο. Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας μετατρέπονται σε διαχειριστές των ψυχικών δυσκολιών και διαταραχών που κινούνται στην πλειοψηφία τους κάπου μεταξύ των τεχνικών διαχείρισης, της καταστολής και της εμψύχωσης. Με άλλα λόγια, επικεντρώνονται στο ερώτημα ΠΩΣ να υποστηριχθεί ψυχολογικά ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος που υποφέρει ψυχικά και ψυχοσωματικά, αποφεύγοντας να θέσουν ένα άλλο ερώτημα ακόμα πιο κρίσιμο, βαθύ και ουσιώδες, που θα μπορούσε να συμβάλλει καθοριστικά σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση του παραπάνω «πως»: ΓΙΑΤΙ έφτασε να υποφέρει σε τέτοιο βαθμό από τόσο νεαρή ηλικία, τόσο συχνά και τόσο γενικευμένα;

Εισήγηση της συγγραφέως στην Παρουσίαση του Βιβλίου της «Ψυχοκοινωνιολογικά Θραύσματα της Σύγχρονης Πραγματικότητας», Αθήνα: 2020, εκδ. Ινφογνώμων, 29 Ιουνίου 2022, Εύξεινος Λέσχη Αθηνών

Ευγενία Σαρηγιαννίδη

Η Ευγενία Σαρηγιαννίδη εργάζεται ως Ψυχολόγος και είναι Επιστημονική Διευθύντρια του Δικτύου Psy-Counsellors. Η μεταπτυχιακή της εξειδίκευση είναι στην «Ψυχολογία και το Διαδίκτυο». Είναι συγγραφέας πολλών άρθρων σε θέματα ψυχολογίας, κοινωνίας και πολιτισμού. Πάνω στα ίδια αντικείμενα έχει πραγματοποιήσει πολλές παρεμβάσεις στην συμβατική και διαδικτυακή τηλεόραση και στο ραδιόφωνο.